Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΟΨΕΙΣ ΕΣΤΙΑΣΗΣ. Της Ελεάννας Μαρτίνου, 2010.

ΟΨΕΙΣ ΕΣΤΙΑΣΗΣ – Μία σύντομη αναδρομή στην ιστορία του εστιατορίου και τις όψεις της από το Βυζάντιο μέχρι τις μέρες μας.
Της Ελεάννας Μαρτίνου, Μάϊος 2010.
(Παρουσιάστηκε στα πλαίσια της συμμετοχής της καλλιτεχνικής ομάδας "Κέντρο | Απόκεντρο" στην εκδήλωση της Εταιρείας Μελέτης Πολιτισμικής Εταιρότητας (Ε.Μ.Π.Ε.): “Θεοφαγία – Ανθρωποφαγία. Η Συμβολική διάσταση του φαγητού και οι ανθρώπινες σχέσεις”)
Ο Άσγκερ Γιορν στο βιβλίο του με τίτλο «Αγριότητα, Βαρβαρότητα και Πολιτισμός» αναφέρει ότι στο Βυζάντιο υπήρξε ένας πολύ σημαντικός θρησκευτικός βανδαλισμός.
Μερικοί ιερείς έξυναν τα εικονίσματα, αφαιρούσαν μικρά κομμάτια τους και τα φύλαγαν σε κουτάκια για να τα κοινωνήσουν στους πιστούς. Έτσι, τα εικονίσματα αυτά, που ήταν κορυφαίες εκδηλώσεις της θρησκευτικής τέχνης εκείνης της εποχής, δόθηκαν πραγματικά προς «κατανάλωση».
Αυτός ο φετιχισμός της «μετάληψης» εικονισμάτων άλλαξε και θόλωσε το νόημα και τη σημασία της τέχνης. Για να σταματήσει αυτόν τον εικονοφάγο βανδαλισμό, ο οποίος είχε μετατραπεί στο μεταξύ σε τελετουργία, ο Αυτοκράτορας διέταξε την εικονομαχία. Όλοι όσοι κατείχαν ιδιωτικά εικόνες, κλήθηκαν να τις φέρουν στην Κωνσταντινούπολη όπου και παραδόθηκαν δημόσια στην πυρά.
Παρόλα αυτά, αυτός ο κυβερνητικός βανδαλισμός δεν μπορεί να συγκριθεί με τον λαϊκό εικονοφάγο βανδαλισμό ο οποίος ήταν ένα είδος γιορτής και περιέκλειε αυθεντικά στοιχεία αγάπης και πίστης.
Επίσης, την ίδια εποχή αναφέρεται η περίπτωση των εικόνων-γλυκισμάτων, που όποιος τις έτρωγε κατέστρεφε ανθρώπους όπως οι κανίβαλοι.
Στο βιβλίο του «Το τέλος του παγανισμού στη Γαλλία» ο Emile Male μας πληροφορεί πόσο σημαντικό θεωρούσαν στη μεσαιωνική βόρεια Γαλλία τον τάφο του Μεροβιγγιανού επισκόπου Saint-Drausin. Σ’ αυτόν τον τάφο έρχονταν οι προσκυνητές παίρνοντας στη συνέχεια μαζί τους κομμάτια από την ταφόπλακα, τα οποία διέλυαν στο νερό κι έδιναν στους αρρώστους να πιούν. Το γεγονός αυτό, δεν έχει να κάνει απλώς με μια έννοια θυσίας, η οποία ενυπάρχει σε κάθε τέχνη, αλλά με μια ομολογημένη σαρκοφαγία. Οι παραμορφώσεις των τοίχων των νορμανδικών ναών, μαρτυρούν αυτή τη συναρπαστική παραλλαγή του βανδαλισμού.
Η συμβολική διάσταση του φαγητού προς τα μέσα, δηλαδή ως προσωπική επιλογή, έχει πολλές παραμέτρους που έχουν να κάνουν με τις αισθήσεις μας.
Κάνοντας μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία του εστιατορίου, θα μπορούσαμε να πούμε ότι «το τραπέζι είναι μια χώρα όπως όλες, με τα δικά της ήθη και έθιμα».
Το σημερινό εστιατόριο, ξεκίνησε στη Γαλλία τον 17ο αιώνα ως ένα είδος «φαρμακείου» το οποίο πρόσφερε κρεατοζωμό σε ασθενικούς με ιδιαίτερα ευαίσθητο στομάχι, οι οποίοι δεν μπορούσαν να τραφούν κανονικά.
Σταδιακά, το «ρεστοράν» που έχει τη ρίζα του στο λατινικό «διορθώνω» ή «αποκαθιστώ», ξεκινώντας την ιστορία του ως ένα αστικό κέντρο υγείας, εξελίχθηκε σε έναν χώρο κοινωνικής συναναστροφής, δίνοντας για πρώτη φορά στους πελάτες τη δυνατότητα να κάθονται με άλλους χωρίς να μοιράζονται το φαγητό τους.
Πολύ ιδιωτικό για τον 18ο αιώνα, που έγινε δεκτός ως ο αιώνας της ώσμωσης της δημόσιας σφαίρας και της κοινής γνώμης, αλλά και πολύ «δημόσιο» για τον 19ο αιώνα που θεωρήθηκε κατά κάποιο τρόπο ο «χρυσός αιώνας της προσωπικής έκφρασης και της ιδιαιτερότητας στα λόγια και τη συμπεριφορά», το εστιατόριο ακολουθώντας το σκεπτικό των περισσότερων ιστορικών δεν ήταν ποτέ ούτε ιδιωτικός, ούτε δημόσιος χώρος, αλλά κάτι περίπου αόρατο.
Το εστιατόριο ήταν ένας δημόσια ιδιωτικός χώρος.
Σε ένα εστιατόριο, θεωρούμε πλέον αυτονόητο ότι ο κάθε πελάτης έχει το δικαίωμα να επιλέξει το φαγητό του. Είτε είναι χορτοφάγος, είτε έχει μια ιδιαίτερη προτίμηση στο πώς ο ίδιος επιλέγει να τραφεί, υπάρχουν εστιατόρια που ικανοποιούν όλες τις προτιμήσεις και τις ιδιαιτερότητες, ακόμη και την περίπτωση της ωμοφαγίας.
Είναι πλέον θέμα επιλογής ο χρόνος κατανάλωσης φαγητού (fast food ή slow food), καθώς και το αν αυτό θα είναι μαγειρεμένο ή όχι.
Όταν πρωτοεμφανίστηκε η μαγειρική τον 18ο αιώνα, το ρεστοράν καθιερώθηκε ως κεντρικό θέμα στις συζητήσεις για τη νεωτερικότητα και τις ιστορικές εξελίξεις.
Οπαδοί του “νέου”, διατείνονταν ότι η μαγειρική, όπως και οι άλλες τέχνες και επιστήμες, είχε εξελιχθεί και αναπτυχθεί με την πάροδο των αιώνων. Η Φύση έπρεπε να εξαγνιστεί προτού καταναλωθεί, και η μαγειρική, εκπολιτίζοντας τις πρώτες ύλες, θα μπορούσε να οδηγήσει την ανθρωπότητα μακριά από τη ζωώδη καταγωγή της.
Από την άλλη μεριά, οι υπέρμαχοι του “παλαιού”, επέμεναν ότι μόνο οι παρηκμασμένες θηλυπρεπείς κοινωνίες αντιμετώπιζαν τη μαγειρική ως τέχνη και ότι οι δυνατοί και αρρενωποί πολιτισμοί, όπως ο ελληνικός της κλασικής περιόδου, αρκούνταν σε υποτυπώδεις μεθόδους παρασκευής της τροφής.
Για τους οπαδούς της, η καινούρια, η πιο φίνα μαγειρική αποτελούσε έναν ακόμα θρίαμβο του πολιτισμού. Παραδέχονταν ότι οι “Χοτεντότοι” (λαός της Νότιας Αφρικής) και οι “Χουρόνιοι” (ιθαγενείς κάτοικοι της λίμνης Χουρόν στη Βόρεια Αμερική), δηλαδή διάφοροι βάρβαροι, ενδεχομένως να απέρριπταν την αισθητική του διακριτικού μείγματος υλικών- αλλά οι ίδιοι αυτοί λαοί δεν θα ήταν σε θέση να κατανοήσουν ούτε να εκτιμήσουν τη μουσική ενός λαμπρού ευρωπαίου συνθέτη.
Πάντως, παρά την δυνατότητα επιλογών που μας προσφέρεται πλέον, η συμβολική διάσταση του φαγητού στον προσωπικό χώρο, μπορεί να θεωρηθεί από το κοινωνικό σύνολο ως χαρακτηριστικό του ατόμου που επιλέγει το πώς θα τραφεί και επομένως, το άτομο αυτό να κριθεί είτε ως αποδεκτό, είτε ως στιγματισμένο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η Μοντερνιστική Ζωγραφική του Κλέμεντ Γκρίνμπεργκ. Της Ελεάννας Μαρτίνου.

Παρουσίαση και ανάλυση του κειμένου «Η μοντερνιστική ζωγραφική» του Κλέμεντ Γκρίνμπεργκ, το οποίο περιλαμβάνεται στο βιβλίο Από τη μινιμαλιστική στην εννοιολογική τέχνη : μια κριτική ανθολογία , μτφρ.Ελεάννα Παναγού, Αθήνα, Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών , 2006. Διαφοροποιήσεις, ως προς τη θεωρία του Γκρίνμπεργκ, που εισάγονται από τον μινιμαλισμό και την εννοιολογική τέχνη. Της Ελεάννας Μαρτίνου      Στις δεκαετίες του 1940 και κυρίως του 1950 , στην ψυχροπολεμική Αμερική , παράλληλα με την ανάδυση του αφηρημένου εξπρεσσιονισμού , όσοι γράφουν για την τέχνη είναι κριτικοί , επιμελητές εκθέσεων και θεωρητικοί .Τις περισσότερες φορές είναι αυτοδίδακτοι και αποτελούν κατηγορία σαφώς διακριτή απ’όσους παράγουν το προς κρίση έργο , δηλαδή τους καλλιτέχνες . Κυρίαρχες είναι οι μορφές του Χάρολντ Ρόζενμπεργκ και κυρίως του Κλέμεντ Γκρίνμπεργκ .    Ο Κλέμεντ Γκρίνμπεργκ τοποθέτησε τον εαυτό του στο απόλυτο κέντρο της συζήτησης γύρω από το πα

Το Τρίτο Μάτι (1935-1937) περιοδικό τέχνης.

Τέταρτο τεύχος (εξαπλό), Αύγουστος 1937 Το τέταρτο και τελευταίο τεύχος  έχει τίτλο «Ο Νόμος του Αριθμού στη Φύση και στην Τέχνη». Στο «Είδος Εισαγωγής», που επιμελήθηκε ο Χατζηκυράκος-Γκίκας, γίνεται λόγος για το ρόλο και τη σημασία των Αριθμών και της Γεωμετρίας στη Φύση και τη Σκέψη από την εποχή των Πυθαγόρειων φιλοσόφων μέχρι και την «πιο μοντέρνα επιστήμη». Επίσης, αναφέρεται στις ρυθμικές σχέσεις  της Τέχνης του Λόγου, του Χορού, της Μουσικής, της Τεκτονικής και της Αρχιτεκτονικής, της Γλυπτικής αλλά και της Ζωγραφικής. Ακολουθούν τέσσερεις επεξηγηματικοί πίνακες. Το δεύτερο μέρος, ανοίγει με την «Κατανομή Κανόνος» του Ευκλείδη (325-265 π.Χ.) (η εισαγωγή από Θρ. Γεωργιάδη), ενώ υπάρχει πληθώρα άρθρων σχετικών με το Μαθηματικό Λογισμό στην Αρχιτεκτονική και τη Διακοσμητική («Η Αρμονία εν τη Αρχιτεκτονική Ποιήσει» του Αθ. Γεωργιάδου, «Οι Θεωρίες των Αρμονικών Χαράξεων εις την Αρχιτεκτονική» του Κ. Δοξιάδη, «Η Θεωρία του Αρχιτέκτονος Κ. Α. Δοξιάδη για τη Διαμόρφωσ

Ελένη Μυλωνά, συνέντευξη στην Ελεάννα Μαρτίνου. Περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ τεύχος ΔΕΚΑΕΝΝΕΑ, Νοέμβριος 2014.

Eπιμέλεια στήλης "Ο καλλιτέχνης του μήνα_Featured artist"της Ελεάννας Μαρτίνου στο Περιοδικό Χρόνος, http://www.chronosmag.eu/ Τεύχος ΔΕΚΑΕΝΝΕΑ, Νοέμβριος 2014. Σύνδεσμος: http://www.chronosmag.eu/index.php/l-1200.html ΕΛΕΝΗ ΜΥΛΩΝΑ: «μαθαίνω κάτι καινούργιο με κάθε νέο εργαλείο» Ε.Μα.: Ποιος είναι ο λόγος που σε οδήγησε σε έναν τρόπο ζωής που συνδέεται με την τέχνη; Ε.Μυ.: Μεγάλωσα με μια μητέρα γλύπτρια πολύ αφιερωμένη στη δουλειά της. Η ενασχόληση με την τέχνη, κάθε είδους, ήταν κάτι φυσιολογικό για όλη την οικογένεια. Εγώ ξεκίνησα όμως με τη δημοσιογραφία και η ανάγκη μου να εκφραστώ με εικόνες με οδήγησε στη φωτογραφία και την κινούμενη εικόνα –αρχικά κυρίως στο documentary film– σαν μορφή καταγραφής και επικοινωνίας. Σιγά σιγά όμως, και με την πρώτη μου έκθεση με φωτογραφία στην γκαλερί Ζουμπουλάκη, μπήκα στον εικαστικό χώρο με ένα καινούριο μέσο για την Ελλάδα την εποχή εκείνη. Ε.Μα.: Ποια είναι τα μέσα που χρησιμοποιείς στη δουλειά σου για να εκφραστείς εικαστ